Ο Monsieur Minimal ή για τους φίλους Χρήστος Τσιτρούδης, μας μιλάει για την πορεία του από τα πρώτα βήματα στη μικρή πόλη των Γιαννιτσών μέχρι την καθιέρωσή του στη μουσική σκηνή. Με ειλικρίνεια και πάθος, περιγράφει τις εμπειρίες του, τις προκλήσεις που αντιμετώπισε, και τις μουσικές επιρροές που τον διαμόρφωσαν. Μέσα από τις απαντήσεις του, αποκαλύπτεται η αγάπη του για τη μουσική και η φιλοσοφία του γύρω από την καλλιτεχνική δημιουργία.

Μεγαλώνοντας σε μια μικρή πόλη όπως τα Γιαννιτσά, πώς ξεκίνησε η επαφή σου με τη μουσική και πώς αποφάσισες τελικά να ασχοληθείς επαγγελματικά με αυτήν;

Πριν από πολλά χρόνια… Κοίταξε, το γεγονός ότι μεγαλώσαμε στα Γιαννιτσά δεν σημαίνει ότι νιώθαμε Γιαννιτσιώτες. Ήμασταν μια ανεξάρτητη οντότητα. Ήμασταν μια παρέα που ακολουθούσε διαφορετικά μονοπάτια από αυτά που ακολουθούσε όλος ο υπόλοιπος κόσμος είτε λόγω εφηβείας είτε λόγω των ανησυχιών μας. Εκεί γύρω στις αρχές των 90’ και ορμώμενοι από το ρεύμα του εναλλακτικού ροκ, του grunge κινήματος με τους Nirvana και όλη τη σκηνή του Seattle, μαζί με δυο τρεις φίλους φτιάξαμε μια μπάντα και αρχίσαμε μαθήματα κιθάρας. Τότε δεν υπήρχαν και στούντιο, οπότε αναγκάστηκα και έκανα στούντιο στο υπόγειο του σπιτιού μου με τις αυγοθήκες από το mini market μάρκετ της μητέρας μου. Αγοράσαμε έναν βασικό εξοπλισμό και παίζαμε πρωί, μεσημέρι, βράδυ, Χριστούγεννα, Πάσχα, Μεγάλη Παρασκευή, τα πάντα. Για εμάς υπήρχε μόνο η μουσική. Ήταν καθαρά θέμα πάθους.
Στη συνέχεια μεγαλώσαμε, ήρθαν οι σπουδές. Ο καθένας πήρε το δρόμο του και όπως ήταν φυσικό η μπάντα δεν μπορούσε να κρατηθεί για πάρα πολύ καιρό. Υπήρξε μια προσπάθεια αλλά από τη στιγμή που ήταν διασκορπισμένα τα τρία από τα τέσσερα μέλη εκτός Γιαννιτσών, ήταν φυσιολογικό να εξελιχθεί ο καθένας διαφορετικά και σαν άνθρωπος και σαν μουσικός και να ακολουθήσει έναν δικό του δρόμο.
Εγώ βρέθηκα σε αρκετά μέρη της Ελλάδας. Βρέθηκα στην Καβάλα να σπουδάζω, στην Ικαρία να είμαι “αυτοεξόριστος” κάνοντας την στρατιωτική μου θητεία. Εκεί έγινε η δημιουργία του project “Monsieur Minimal” γιατί είχα την πολυτέλεια χρόνου. Πήγα σαν δόκιμος, είχα το δικό μου σπίτι, είχα πάρει τον πρώτο μου υπολογιστή και εκεί ασχολιόμουν συνέχεια. Μετά γυρνώντας στη Θεσσαλονίκη, άρχισα να βιοπορίζομαι από την πρώτη μου επαγγελματική ιδιότητα που ήταν ηλεκτρολόγος μηχανικός. Παράλληλα έκανα και σπουδές πάνω στη μουσική παραγωγή. Το 2007 διακρίθηκα σε σχετικό διαγωνισμό, που έγινε η δήλωση συμμετοχής εν αγνοία μου και από εκεί και πέρα τα πράγματα εξελίχθηκαν ραγδαία. Ήρθε η αναγνώριση, το συμβόλαιο και ο πρώτος δίσκος κυκλοφόρησε το 2008 που έγινε επιτυχία στην ελληνική σκηνή και στο εξωτερικό. Μπήκα σε ένα τρένο που συμβάζιζε με τις ανάγκες εκείνης της εποχής. Αυτό μπορεί να συμβεί εύκολα στις αρχές, το δύσκολο είναι μετά να διατηρηθεί.

Μέχρι σήμερα έχουν κυκλοφορήσει επτά άλμπουμ, εκ των οποίων το τελευταίο κυκλοφόρησε μόλις τώρα, τον Ιούνιο. Τι ακούμε στο νέο σου άλμπουμ και πόσο διαφέρει από τα προηγούμενα;

Κάθε δίσκος έχει κάτι διαφορετικό. Όλα έχουν ένα βασικό πυρήνα, μια εύηχη και καλαίσθητη ποπ. Γιατί για μένα πάντα ήταν αυτό το κριτήριο, ακόμα και οι Nirvana για μένα αποτελούσαν εύηχο, καλαίσθητο ποπ, ροκ και ο Moby το ίδιο όπως και πολλές από τις επιρροές μου.
Από εκεί και πέρα, σε κάθε δίσκο ενσωματώνω τα ακούσματα και τις επιρροές μου, προσαρμοσμένα στο εκάστοτε project, καθώς κάθε δίσκος αποτελεί κάτι ξεχωριστό. Ο τελευταίος μου δίσκος, με τίτλο “Seven” και υπότιτλο “From East to West”, είναι ο έβδομος και συνεχίζει το θέμα του προηγούμενου άλμπουμ “Easteria”, το οποίο αναφέρεται στους ήχους της Ανατολής. Το “Seven” περιλαμβάνει επιπλέον στοιχεία, όπως μουσικά είδη soul, funk και ρυθμούς blues, καθώς και jazz αρμονίες. Αυτές οι προσθήκες αντιπροσωπεύουν ακούσματα που προέρχονται από διάφορες σκηνές λίγο πριν και κατά τη διάρκεια της καραντίνας, αλλά και ένα χρόνο πριν.
Κάθε φορά που ένα μουσικό είδος με ενδιαφέρει και το μελετώ, οι επιρροές μου μετουσιώνονται και μέσω του δικού μου φίλτρου, δημιουργώ νέα τραγούδια. Όσον αφορά τους στίχους, αυτοί είναι βιωματικοί και προσαρμόζονται ανάλογα.

Στη διάρκεια της καριέρας σου έχεις συνεργαστεί με πολλούς καλλιτέχνες. Θα ξεχώριζες κάποια συνεργασία από αυτές;

Θα ξεχώριζα τη συνεργασία μου με τον Δάκη, καθώς ήταν η πιο πετυχημένη, τόσο επαγγελματικά όσο και σε προσωπικό επίπεδο. Η συνεργασία αυτή ήταν εξαιρετική, γιατί ο Δάκης ήταν ένας υπέροχος άνθρωπος. Περιοδεύσαμε σε όλη την Ελλάδα και συνεργαστήκαμε σαν να είμαστε συνομήλικοι. Ήταν πολύ εύκολος, συνεργάσιμος και χαρούμενος άνθρωπος, πραγματική χαρά της ζωής. Αυτή η συνεργασία ξεχωρίζει και μου αρέσει πάρα πολύ.
Παράλληλα, είμαι ερωτευμένος, θα έλεγα, τον τελευταίο καιρό με τη φωνή της Μαρίας Παπαγεωργίου. Έχω κάνει δύο διασκευές που έχει τραγουδήσει: την “Αναζήτηση” του Σπανού και το γνωστό “Υπάρχω”. Σκοπεύω να τη συμπεριλάβω στο μεθεπόμενο άλμπουμ μου που θα μπει ένα πρωτότυπο έργο.

Οι τρεις πρώτοι σου δίσκοι εκδόθηκαν με δισκογραφική εταιρεία. Μετά δημιούργησες τη δική σου δισκογραφική εταιρεία. Ποιες είναι οι μεγαλύτερες προκλήσεις και τα οφέλη της ανεξάρτητης μουσικής παραγωγής;

Η μουσική βιομηχανία, από το 2009 και μετά, με το κλείσιμο των μεγάλων δισκοπωλείων τύπου Μετρόπολις και άλλων, δεν μπορούσε να στηρίξει τις μικρές ανεξάρτητες εταιρείες. Έτσι, η εταιρεία με την οποία συνεργαζόμουν πτώχευσε και δεν μπορούσα πλέον να είμαι μέρος αυτής. Επιπλέον, είμαι πολύ ολοκληρωτικός και συγκεντρωτικός άνθρωπος, οπότε ακόμα και όταν ήμουν στην εταιρεία, τα περισσότερα πράγματα περνούσαν από τα μάτια, τα αυτιά και τα χέρια μου. Κατάλαβα ότι για έναν καλλιτέχνη της δικής μου φάσης και με το συγκεκριμένο κοινό στο οποίο απευθύνομαι, δεν έχει νόημα να είμαι σε κάποιο μεγάλο label. Αν ήθελα μεγαλύτερη δημοσιότητα, θα έπρεπε να κάνω εκπτώσεις ή να ακολουθήσω πρακτικές που δεν μου αρέσουν.
Έτσι, αναγκαστικά έφτιαξα το δικό μου label για να διαχειρίζομαι τη μουσική μου. Αυτό δεν είναι εύκολο και τις περισσότερες φορές δεν είναι πάντα καλό, αλλά έχει το πλεονέκτημα ότι είμαι κύριος του εαυτού μου και ελέγχω τα πάντα.
Από την άλλη, χάνεις την ευκαιρία που θα είχες με ένα μεγαλύτερο label να κερδίσεις περισσότερα, καθώς έχουν ακόμα ισχύ. Αλλά η φιλοσοφία τους δεν ταιριάζει με τη δική μου. Δεν θα μπορούσα να ανεχτώ έναν άνθρωπο πάνω από το κεφάλι μου που δεν ταιριάζει στη φιλοσοφία μου. Ορισμένοι συνάδελφοί μου εφησυχάζονται με το γεγονός ότι η εταιρεία μπορεί να φέρει μεγαλύτερα εισοδήματα και να τους κάνει καλύτερο προϊόν. Εγώ δεν ήθελα ποτέ να γίνω προϊόν. Ήθελα η μουσική μου να φτάσει σε όσο το δυνατόν μεγαλύτερο αριθμό αυτιών, ενώ διατηρώ την ερασιτεχνική προσέγγιση στην τέχνη μου. Αυτό ήθελα και γι’ αυτό ακολούθησα αυτόν τον δρόμο.

Πώς μπορείς να διατηρήσεις την ισορροπία του ρομαντισμού σου με τον ρεαλισμό της καθημερινότητας;

Γράφοντας μουσική, υπάρχω στον χώρο της μουσικής. Για μένα, αυτό είναι η μουσική. Είναι μια μορφή ψυχοθεραπείας, μια ισορροπία, βλέποντας τι υπάρχει εκεί έξω, ειδικά τα τελευταία πέντε χρόνια. Για μένα, η μουσική είναι ένα καταφύγιο που, καλώς ή κακώς, δημιουργεί έναν πλασματικό κόσμο.

Στο νέο σου τραγούδι “My Soul Is Back” αναφέρεσαι στο ταξίδι της ζωής, στις δυσκολίες και στην αναγέννηση της ψυχής. Βρέθηκες συχνά μπροστά σε τέτοιες δυσκολίες και τι σε ενέπνευσε να γράψεις το συγκεκριμένο τραγούδι;

Το 2015, λόγω πολλών καταστάσεων—κοινωνικών, οικονομικών και προσωπικών—αποφάσισα να φύγω από την χώρα με προορισμό το Βερολίνο, το οποίο ήταν ένας αγαπημένος προορισμός. Εκεί, υπό την επήρεια μιας δύσκολης στιγμής, δημιούργησα το “erotica”, ένα ελληνόφωνο άλμπουμ. Έτσι, αναγκάστηκα να επιστρέψω στην Ελλάδα για να το προωθήσω, όπου και γνώρισε αρκετή επιτυχία. Εάν επιλέξεις να ζεις από αυτό που κάνεις, πρέπει να έχεις επίγνωση ότι μπορεί να είναι εφήμερο. Αν το χαρακτηρίσεις επάγγελμα, πρέπει να είσαι έτοιμος για τα πάνω και τα κάτω. Δεν είναι σίγουρο αν μπορείς πάντα να έχεις μια ανοδική πορεία, ούτε αν είναι καλό να συμβαίνει αυτό, καθώς ακόμα και από τις δυσκολίες μαθαίνεις και εξελίσσεσαι. To my soul is back είναι ένας neo-soul POP ύμνος ενορχηστρωμένος με τα αγαπημένα μου κιθαριστικά riffs, up lifting funky beats και μια gospel ατμόσφαιρα όπου στιχουργικά αναφέρομαι στο όμορφο αλλά κι απαιτητικό ταξίδι της ζωής, στους «μικρούς» θανάτους που συμβαίνουν στην πορεία αυτής και τις «μεγάλες» μάχες που καλούμαστε να δώσουμε έτσι ώστε να επανέλθουμε στις καθημερινές μας «αναστάσεις» . Όλα αυτά μεταφέροντας την προσωπική μου εμπειρία από την απώλεια της αγαπημένης μου μητέρας αλλά και την γέννηση του παιδιού μου η οποία και με βοηθησε στην μικρή μου “ανάσταση” .
Για αυτό λοιπόν αφιερώνω το συγκεκριμένο τραγούδι στην αγαπημένη μου μητέρα, τον γιο μου και σε όλους όσους δίνουν ή έχουν δώσει την μάχη να επανέλθουν στην καθημερινότητα της ζωής μετά από μια απώλεια.

Πώς ήταν η εμπειρία των γυρισμάτων για τα “my soul is back” ένα τόσο σουρεαλιστικό video clip και ποιες δυσκολίες αντιμετώπισες;

Εννοείται ότι όλα τα γυρίσματα δεν είναι καθόλου όπως τα βλέπετε. Το συγκεκριμένο γύρισμα θα τολμήσω να πω ότι ήταν το πιο εύκολο, αν και το περίμενα πιο δύσκολο. Πήγε αρκετά πιο αβίαστα σε σχέση με το“Desert in Your Eyes”, που είχε εξωτερικά γυρίσματα το οποίο έγινε στον Λουδία, όπου είχε πολύ κρύο και υγρασία, και είχαμε πολύ περισσότερο κόσμο, γεγονός που αύξησε τη δυσκολία. Ωστόσο, πάντα μου αρέσει να αποτυπώνω κάποια κομμάτια και σε εικόνα.

Υπάρχει κάποιο τραγούδι σου που ξεχωρίζεις;

Σαν αδυναμία μου από το προηγούμενο άλμπουμ, θα ξεχώριζα το “Release Me”. Είναι ένα κομμάτι που με εκφράζει αρκετά. Τώρα, έχω δεθεί πάρα πολύ με το “My Soul is Back”. Νομίζω ότι, ναι, είναι πολλά τα αγαπημένα μου. Από το “Erotica”, μου αρέσει πάρα πολύ το “Εδώ”. Σε κάθε άλμπουμ, έχω ένα περισσότερο αγαπημένο κομμάτι.

Η σχέση σου μέχρι σήμερα με τα Γιαννιτσά;

Τα Γιαννιτσά είναι οι ρίζες μου. Είναι οι φίλοι μου, η οικογένειά μου και ένα πολύ οικείο περιβάλλον. Με τα χρόνια, έχω προσπεράσει τα αρνητικά και τώρα βλέπω μόνο τα θετικά, ειδικά στη συναναστροφή με τους ανθρώπους όταν τα επισκέπτομαι.
Σύντομα θα συμμετάσχω με όλη την μπάντα στο φεστιβάλ των γιαννιjazz εκεί. Τα παιδιά κάνουν αξιόλογη και φιλότιμη προσπάθεια, με υποστήριξη από τη νέα δημοτική αρχή και σε συνεργασία με διάφορες τοπικές πρωτοβουλίες. Θα εμφανιστούμε στις 28 Ιουνίου στο φεστιβάλ και, μετά από δύο μέρες, θα πάμε στην Κωνσταντινούπολη για να παίξουμε σε ένα μεγάλο φεστιβάλ με σημαντικά ονόματα. Είμαι πολύ χαρούμενος για αυτή την ευκαιρία.

Αν μπορούσες να δώσεις μια συμβουλή στον νεότερο εαυτό σου όταν ξεκινούσες την καριέρα σου, ποια θα ήταν αυτή;

Ίσως να μην ήμουν τόσο απόλυτος, αλλά αυτό είναι αναπόφευκτο. Όταν είσαι νέος, δεν έχεις την ίδια εμπειρία και ωριμότητα. Μου αρέσει η πορεία που έχω ακολουθήσει και που συνεχίζει να εξελίσσεται. Δεν ξέρω αν θα άλλαζα κάτι ή αν θα συμβούλευα τον νεότερο εαυτό μου διαφορετικά.

Θα ήταν πολύ νωρίς να ρωτήσουμε για τα επόμενα δισκογραφικά σου βήματα;

Πάντα υπάρχει το επόμενο βήμα. Στο μυαλό μου, ωστόσο, αυτή τη στιγμή θέλω να απολαύσω στο έπακρο το “Seven”, το οποίο μόλις κυκλοφόρησε ακόμα και σε βινύλιο.