Ο Δημήτρης Πέλκας, μιλάει από καρδιάς σε μια αποκλειστική συνέντευξη στον Γιώργο Δημητριάδη

Γιαννιτσά, 26 Οκτωβρίου 1993: Έρχεται στη ζωή ο δεύτερος γιος του Προδρόμου και της Ειρήνης Πέλκα, ο Δημήτρης Πέλκας, ο οποίος πριν καλά καλά μάθει να περπατάει ήθελε να κλωτσάει το τόπι.

Δημήτρη, πότε ήταν η πρώτη σου επαφή με το ποδόσφαιρο;

Όταν ήμουν 4,5 ετών ακολούθησα τον μεγάλο μου αδερφό Γιάννη στην ακαδημία των Μήνου-Βοϊτσίδη στην Καλλίπολη Σκύδρας, όπου και είχα την πρώτη μου επαφή με το ποδόσφαιρο, σύμφωνα με όσα μου έχει πει ο πατέρας μου καθώς ήμουν πολύ μικρός εγώ για να τα θυμάμαι.
Μετά από εκεί πήγα στην Αθλητική Ακαδημία Γιαννιτσών, όπου εκεί κάναμε πιο πολλά πράγματα, αγωνίστηκα σε πολλά τουρνουά συμμετείχαμε στο πρωτάθλημα Θεσσαλονίκης, γιατί είχαμε καλή ομάδα, ήμασταν η μόνη ομάδα από τα Γιαννιτσά που έπαιρνε μέρος στο πρωτάθλημα Θεσσαλονίκης και παίζαμε με αντιπάλους τον ΠΑΟΚ, τον Ηρακλή, τον Άρη, με όλες αυτές τις μεγάλες ΠΑΕ, έτσι σιγά σιγά άρχισε να με γνωρίζει καλύτερα και ο ΠΑΟΚ και οι υπόλοιπες ομάδες της Θεσσαλονίκης.

Πότε και πώς προέκυψε το ενδιαφέρον του ΠΑΟΚ;

Μετά από ένα τουρνουά που είχαμε κάνει στα Γιαννιτσά, ένα καλοκαίρι όταν ήμουν 12-13 χρονών, με την συμμετοχή πολλών ομάδων.
Σε αυτό το τουρνουά είχαμε παίξει τελικό με τον ΠΑΟΚ και τους κερδίσαμε στα πέναλτι, παίρνοντας το κύπελλο και μετά από τρεις μήνες εμένα και άλλα τρία παιδιά από τα Γιαννιτσά μας πήραν στις ακαδημίες του ΠΑΟΚ.
Εκεί στον ΠΑΟΚ τότε υπήρχε η Β’ ομάδα και η Γ’ ομάδα, στην Γ’ ομάδα ήταν παιδιά κάτω των 15 χρονών.
Στην Γ’ ομάδα έκατσα δύο χρόνια και ακόμη δύο χρόνια στη Β’ ομάδα, πριν φτάσω στην 1η ομάδα, το καλοκαίρι του 2012.
Είχα ξεκινήσει από τον Ιανουάριο του 2012 να πηγαίνω σε κάποιες προπονήσεις, σχεδόν καθημερινά, τότε που ήταν ο κ. Μπόλονι προπονητής και μάλιστα αυτός είχε εισηγηθεί να υπογράψω το πρώτο μου επαγγελματικό συμβόλαιο στον ΠΑΟΚ.
Το καλοκαίρι της ίδιας χρονιάς μας παίρνει στην προετοιμασία όλους τους μικρούς ο κ. Δώνης, που είχε έρθει στον ΠΑΟΚ, και μετά από εκεί ξεκινάει όλη η πορεία.
Μετά από έναν χρόνο ήρθε ο κ. Στέφενς, τότε ήταν που είχε έρθει και ο Ιβάν Σαββίδης στην ομάδα, ξεκίνησαν να κάνουν μεταγραφές, να φέρνουν παίκτες και μεγάλους ηλικιακά και καλύτερους παίκτες, ήξερα πως δεν θα έχω χώρο στην ομάδα και συμφώνησα με τον ΠΑΟΚ να πάω δανεικός κάπου, να μη χαραμίσω χρόνια, έτσι πήγα στον Απόλλωνα Καλαμαριάς έναν χρόνο και μετά στην Βιτόρια Σετούμπαλ στην Πορτογαλία.
Στην Πορτογαλία ήταν διαφορετική η κατάσταση, ήμουν και μόνος και μακριά από τους δικούς μου και από τη χώρα, το είδα λίγο διαφορετικά.

Επιστρέφοντας στον ΠΑΟΚ είχες μια γεμάτη 5ετία, με διακρίσεις, τίτλους και πολλά γκολ. Πες μας λίγα λόγια για αυτά τα πέντε χρόνια.

Να το πάρουμε από την αρχή, όταν τελείωσα από την Πορτογαλία και γύρισα ήταν ο κ. Τούντορ προπονητής, είχα μόλις 6 μήνες ακόμη συμβόλαιο με τον ΠΑΟΚ, ξεκινάει η προετοιμασία, πηγαίνω και εγώ στην προετοιμασία και κατευθείαν «κερδίζω» τον κ. Τούντορ, μου ζήτησε νέο συμβόλαιο το οποίο και υπέγραψα.
Ξεκίνησα τη χρονιά πολύ καλά, με τρομερά ματς στην Ευρώπη, μετά κάναμε μια κοιλιά στο πρωτάθλημα, αλλά γενικά η χρονιά πήγε καλά. Ήταν η πιο γεμάτη μου χρονιά που έχω κάνει μέχρι σήμερα, είχα κάνει 52 παιχνίδια εκείνη τη χρονιά.
Μετά έφύγε ο κ. Τούντορ και έρχεται ο κ. Ίβιτς. Το πρώτο 6μηνο ήταν δύσκολο αλλά μετά πάλι έπαιζα σχεδόν σε όλα τα παιχνίδια, φτάσαμε στην κατάκτηση του κυπέλλου τότε, είχα βάλει και γκολ με φάουλ στον ημιτελικό με τον Παναθηναϊκό, σε εκείνο το 4-0 που ανατρέψαμε το σκορ του πρώτου αγώνα, είχα κάνει ένα πολύ καλό ματς, πήγαμε στον τελικό και κατακτήσαμε το κύπελλο το οποίο ήταν το πρώτο μας μετά από 14 χρόνια.
Την επόμενη χρονιά ήρθε ο Στανόγεβιτς στην ομάδα, κάθεται για ενάμιση μήνα στην ομάδα, φεύγει και έρχεται μετά η εποχή Λουτσέσκου.
Η διετία με τον κ. Λουτσέσκου ήταν εκπληκτική και συλλογικά και ατομικά για εμένα, ήταν από τις πιο παραγωγικές μου χρονιές σε συμμετοχές και με πολλά γκολ, ασσίστ, κύπελλα, πρωτάθλημα. Εντάξει δύο πήραμε όπως έλεγε και ο ίδιος αλλά ένα μας χρεώσαν. Γενικά ήταν τα καλύτερα δύο χρόνια της καριέρας μου. Ειδικά η χρονιά του double, όταν πήραμε αήττητο πρωτάθλημα, πραγματοποίησα το παιδικό μου όνειρο να κερδίσω πρωτάθλημα με τον ΠΑΟΚ όντας δεύτερος αρχηγός στην ομάδα. Ήταν κάτι που δεν μπορείς να φανταστείς ούτε όταν είσαι μικρός ούτε όταν μεγαλώνεις.

Οκτώβριος του 2020, μόλις έχουν ξαναρχίσει τα πρωταθλήματα λόγω COVID, μεταγραφή στην Φενέρμπαχτσε, πως ένιωθες;

Η Φενέρμπαχτσε είχε κάνει πρόταση και δύο χρόνια πριν, με καλύτερες οικονομικές απολαβές και για εμένα και για τον ΠΑΟΚ αλλά τότε δεν είχε γίνει το deal, για καλό όπως αποδείχτηκε, γιατί ακολούθησε η διετία που αναφέραμε λίγο πριν.
Εντέλει η μεταγραφή έγινε το 2020, γιατί και εγώ ήθελα να δοκιμάσω τις δυνάμεις μου έξω από το Ελληνικό πρωτάθλημα, να πάω στο εξωτερικό με το Τουρκικό πρωτάθλημα να είναι πιο ανταγωνιστικό από το Ελληνικό και ήθελα να δοκιμάσω τον εαυτό μου να δω μέχρι πού μπορώ να φτάσω.

Η ατμόσφαιρα στα γήπεδα της Τουρκίας πως είναι;

Εκπληκτική, έχουμε ίδιο mentality αλλά είναι και πιο μεγάλα τα γήπεδα. Πιστεύω ότι αυτό είναι ένα κακό στην Ελλάδα. Με μεγαλύτερα γήπεδα θα έχουμε ακόμη καλύτερη ατμόσφαιρα. Σκέψου ότι με αυτά τα γήπεδα είναι καταπληκτικές οι ατμόσφαιρες, ειδικά στην Τούμπα η ατμόσφαιρα είναι εκπληκτική, είναι πιο φανατικοί οι Τούρκοι οπαδοί, ζούνε πολύ πιο έντονα το ποδόσφαιρο από ό,τι εμείς στην Ελλάδα. Για να καταλάβεις όταν είσαι ποδοσφαιριστής στην Τουρκία είσαι το νούμερο 1 στην χώρα, πρώτα είναι οι ποδοσφαιριστές και μετά όλοι οι υπόλοιποι.

Μετά την Φενέρμπαχτσε δανεισμός στη Χαλ και Premier League, πες μας δύο λόγια για εκείνη τη χρονιά.

Ωραία εμπειρία, άλλος κόσμος, ποδόσφαιρο καθαρά, πραγματικά διαφορετικά όλα, η νοοτροπία, το πώς ζουν το ποδόσφαιρο, όλα τελείως διαφορετικά, πολύ ξεχωριστή εμπειρία και αυτή.

Επιστροφή στην Τουρκία και μεταγραφή στην Μπασακσεχίρ, με την οποία καταφέρατε να πάρετε το ευρωπαϊκό εισιτήριο.

Καταφέραμε να βγούμε τέταρτοι ενώ είχαμε ξεκινήσει άσχημα, αν εξαιρέσεις την Γαλατά και την Φενέρ που είναι σε άλλο επίπεδο και με τα μπάτζετ και με τους παίκτες που πήραν, η πορεία που κάναμε ήταν εκπληκτική, σκέψου την 12η αγωνιστική είχαμε 5-6 βαθμούς και καταφέραμε να βγούμε Ευρώπη, ήταν φοβερό comeback δηλαδή.

Μια παρένθεση, Τουρκικό πρωτάθλημα και γνωριμία με τον mr Survivor, πως προέκυψε;

Η γνωριμία μου με τον Ατζούν έγινε την πρώτη χρονιά στην Φενέρμπαχτσε, την περίοδο των Χριστουγέννων για τους ξένους ποδοσφαιριστές της ομάδας. Κάναμε ένα γύρισμα για διαφημιστικά σποτ για την ομάδα και ήταν εκεί ο Ατζούν, είχε αναλάβει αυτός το γύρισμα.
Ήξερα και ότι έχει το Ελληνικό Survivor, το παρακολουθούσα κιόλας. Γενικά συμπαθεί πάρα πολύ τους Έλληνες, έκανα και εγώ τότε καταπληκτική χρονιά, οπότε κρατήσαμε επαφές. Αναπτύξαμε φιλία και πήγαμε μαζί διακοπές εκείνο το καλοκαίρι στο Μαϊάμι και στον Άγιο Δομίνικο, όπου αυτός έχει σπίτι. Εκεί είδα και κάποια γυρίσματα από κοντά, και έτσι η φιλία μας αναπτύχθηκε και συνεχίζει μέχρι σήμερα.

Ας επιστρέψουμε στα ποδοσφαιρικά, κεφάλαιο Εθνική Ελλάδος, πώς ένιωσες την πρώτη φορά με το εθνόσημο στο στήθος;

“Δεν υπάρχει λέξη να το περιγράψει, είναι εκπληκτικό”

Όταν ακούς τον εθνικό ύμνο ειδικά την πρώτη φορά που είσαι μέσα στο γήπεδο ανατριχιάζεις ολόκληρος, είναι άλλη ιστορία η Εθνική ομάδα.

Το αγαπημένο νούμερο φανέλας;

Δύο είναι, το 10 εννοείται που από μικρό παιδί ήθελα να το φοράω παντού και μετά όταν είχα φύγει από τον ΠΑΟΚ και πήγα στην Φενέρ πήρα το 14 και μου πήγε καλά και μου άρεσε και το 14.

Το γκολ που δεν πρόκειται να ξεχάσεις;

Αν πρέπει να διαλέξω μόνο ένα, το γκολ του τελικού κυπέλλου το 2018 με την ΑΕΚ στο 92’, που κλειδώσαμε τη νίκη και την κατάκτηση του κυπέλλου.

Ποιους από τους συμπαίκτες που είχες μέχρι τώρα ξεχωρίζεις;

Κοίτα τη χρονιά που πήραμε το double σίγουρα ήταν ο Βιερίνια από αυτούς που ξεχώριζα, φαινόταν ότι ήταν άλλο το επίπεδο, μιλάμε για παιχταρά, είναι πολλοί και δεν θέλω να αδικήσω κάποιον, ας πούμε και στην Φενέρμπαχτσε αυτός που ξεχώριζα ήταν ο Λουίζ Γκουστάβο όταν είχα πάει, όχι μόνο για την ικανότητα του παικτικά αλλά και για τη διαφορετική νοοτροπία, κάτι που με βοήθησε και έμενα πολύ, ήταν παράδειγμα για εμένα για το πώς πρέπει να δουλεύεις και πόσο πρέπει να είσαι συνέχεια πειθαρχημένος, με το κεφάλι κάτω.

Ποιον αντίπαλο ξεχωρίζεις;

Τότε που είχαμε παίξει με τον ΠΑΟΚ στο Europa League με αντίπαλο την Τσέλσι, αυτός που είχα πάθει πλάκα ήταν ο Willian, μιλάμε δεν θυμάμαι να έχω παίξει με αντίπαλο τόσο γρήγορο, τόσο καλό, ένιωθες ότι ήταν 3-4 χρόνους πιο μπροστά.

Αγαπημένος προπονητής;

Ραζβάν Λουτσέσκου. Άλλαξα με αυτόν και σαν ποδοσφαιριστής και σαν άνθρωπος. Με βοήθησε να κάνω το βήμα παραπάνω, κερδίσαμε τα πάντα τότε, αλλά γενικά και σαν άνθρωπος είναι εκπληκτικός, η συνεργασία που είχαμε ήταν η καλύτερη που είχα με προπονητή. Τονίζω το σαν άνθρωπος διότι έχει το χάρισμα αυτό να επικοινωνεί με τους παίκτες τελείως διαφορετικά.

Σαν επίλογο κρατήσαμε τη στιγμή που σηκώνεις το κύπελλο Ελλάδας το 2019 ως αρχηγός του ΠΑΟΚ, για πες πώς ένιωθες;

Όνειρο μωρού παιδιού. Στον τελικό ο Βιερίνια έλειπε γιατί είχε πάει να κάνει το χειρουργείο για τους χιαστούς, ήταν τότε εκεί ο Μαλεζάς που θα έπρεπε να το σηκώσει αυτός, αλλά είχε συνεννοηθεί ο Μαλεζάς με τον Βιερίνια ότι άμα το πάρουμε θα το σηκώσω εγώ το κύπελλο και εγώ ήθελα σαν τρελός να το σηκώσω και ανέβηκα μόνος στο βάθρο και το σήκωσα.

 

PHOTOS: ARGIRIS MAKRIS