Στα Γιαννιτσά (Yenice-i  Vardar) της οθωμανικής  περιόδου τη δυνατότητα  μπάνιου στο σπίτι είχαν  μόνο οι επιφανείς  στα μεγάλα κονάκια  τους. Τον 17ο αιώνα,  για παράδειγμα, 70 κατοικίες των  Γιαννιτσών διέθεταν ατομικό λουτρό.  Ο αριθμός αυτός είναι μάλλον μεγάλος,  αν σκεφτεί κανείς ότι την ίδια περίοδο  στη Θεσσαλονίκη έφταναν τις 300. Για  τον καθαρισμό και την περιποίηση του  σώματος οι κάτοικοι πήγαιναν στα  δημόσια λουτρά. Εκεί μπορούσαν να  πλυθούν με ένα τάσι δίπλα σε μαρμάρινες  γούρνες, όπου έρρεε ζεστό νερό, να  κάνουν ατμόλουτρο, να κουρευτούν  και οι γυναίκες, επιπλέον, να κάνουν  χένα και αποτρίχωση. Σύμφωνα με τα  ήθη της Ανατολής, ο καθαρισμός πρέπει  να γίνεται με τρεχούμενο νερό και όχι  με βύθιση του σώματος σε δεξαμενή.

Και είναι, πράγματι, ενδιαφέρουσα η  πολιτισμική διαφοροποίηση Δύσης και  Ανατολής σχετικά με τις προσλήψεις  καθαρισμού του σώματος. Στον δυτικό  κόσμο προέκυψε κυρίως μετά τον 18ο  αιώνα μέσα από την ορθολογική σκέψη  της επιστήμης, η οποία αποδείκνυε ότι  το ακάθαρτο σώμα είναι εκτεθειμένο σε  μικρόβια και μολύνσεις. Μέχρι τότε ο  καθαρισμός περιοριζόταν σε νίψεις των  χεριών και του προσώπου. Αντίθετα,  στον κόσμο της Ανατολής ήταν κυρίως  δογματικό ζήτημα για την κάθαρση της  ψυχής. 

 Γούρνα και οπές αγωγών νερού από το χαμάμ
στον τεκέ του Blagaj στο Μόσταρ

Παράλληλα, τα λουτρά ήταν κοινωνικοί  χώροι. Εδώ γίνονταν οι συναντήσεις,  οι συζητήσεις για τα ζητήματα των  Γιαννιτσών, τα κουτσομπολιά, τα  προξενιά και η περιποίηση του γαμπρού  και της νύφης πριν το γάμο. Ιδιαίτερα  για τις γυναίκες η χρήση των δημόσιων  λουτρών ήταν ταυτόχρονα ένας χώρος  κοινωνικοποίησης, από τους ελάχιστους  που είχαν πρόσβαση. 

Τα λουτρά ήταν οργανωμένα κτήρια με  κανόνες και πρόγραμμα εργασιών. Η  τήρησή τους από τους υπαλλήλους ήταν  προϋπόθεση στην εύρυθμη καθημερινή  λειτουργία. Ο χώρος έπρεπε να είναι  καθαρός, να υπάρχουν διαθέσιμα  ξύλα που να τροφοδοτούν διαρκώς  την εστία, οι πετσέτες πλυμένες και τα  ξυράφια ακονισμένα. Όταν έφτανε ο  πελάτης, έπρεπε πρώτα να πληρώσει  το αντίτιμο στον χαμαμτζή χωρίς να  λείπουν τα παζάρια ή οι εκπτώσεις  στους απόρους. Με την είσοδο στο χαμάμ  ξεκινούσε η σταδιακή προσαρμογή του  σώματος στην υψηλή θερμοκρασία.

Αρχικά στον σχετικά κρύο χώρο του  αποδυτηρίου, ο επισκέπτης έβγαζε τα  ρούχα και τυλιγόταν με ειδικό ρουχισμό,  πετσέτες και φορούσε ψηλά ξύλινα  τσόκαρα που τον προστάτευαν από τις  ψηλές θερμοκρασίες της υποδαπέδιας  θέρμανσης. Στη συνέχεια, περνούσε  στον επόμενο χλιαρό χώρο με τη μέτρια  θερμοκρασία (20°- 30° C) και μετά  στον ζεστό (38°- 40° C), όπου υπήρχε  η δυνατότητα μαλάξεων από τους  υπαλλήλους του χαμάμ.

Παρατηρώντας την τοιχοποιία  των γιαννιτσιώτικων χαμάμ θα  διαπιστώσουμε ότι ήταν κλειστές  κατασκευές χωρίς ανοίγματα, για  να συγκρατείται η θερμοκρασία. Ο  φωτισμός βασιζόταν στα «μάτια του  ελέφαντα», τις φωτιστικές οπές του  θόλου που επέτρεπαν στο φυσικό φως  να εισέλθει ακτινωτά στις αίθουσες. Οι  οπές είχαν κυκλικό ή αστεροειδές σχήμα  και εξωτερικά καλύπτονταν με κώδωνες  φυσητού γυαλιού που θυμίζουν γυάλινες  βεντούζες. Η διάταξή τους συνήθως σε  ομόκεντρους κύκλους διαμόρφωνε έναν  ατμοσφαιρικό χώρο που επίτεινε την  ευχαρίστηση του μπάνιου.

 Τα «μάτια του Ελέφαντα» στα Λουτρά Σεΐχη
Ιλαχή, κυκλικές οπές φωτισμού, 1974

Στα Γιαννιτσά υπήρχαν 3 δημόσια λουτρά,  τα Λουτρά του Γαζή Εβρενός, τα Λουτρά του  Σεΐχη Ιλαχή και τα Λουτρά του Αχμέτ Μπέη.  Και τα τρία οικοδομήθηκαν στην πρώιμη φάση  της πόλης (τέλη 14ου- τέλη 15ου αιώνα). Έχει  διατυπωθεί η υπόθεση ύπαρξης ενός ακόμα  στη συνοικία Χαζινέ, η οποία, όμως, βασίζεται  σε ελάχιστα τεκμήρια.

 Τα «μάτια του Ελέφαντα» στα λουτρά του
τεκέ του Blagaj στο Μόσταρ, αστεροειδείς οπές
φωτισμού

Το παλιότερο οθωμανικό χαμάμ των  Γιαννιτσών και ένα από τα πρωιμότερα  στην Ελλάδα είναι αυτό του Γαζή Εβρενός.  Πρόκειται για το μνημείο που βρίσκεται δίπλα  στον παιδικό σταθμό της οδού Στράντζης,  γνωστό από το επίθετο του παλιότερου  ιδιοκτήτη ως Λουτρά Καϊάφα. Οικοδομήθηκε  στην ιδρυτική φάση της πόλης, στα τέλη του  14ου αιώνα και έχει έκταση 405 τ.μ.. Είναι  διπλό λουτρό, δηλαδή αποτελείται από δύο  ανεξάρτητους χώρους, τον ανδρικό στην  ανατολική πλευρά επί της Στράντζης και  τον γυναικείο στην νότια πλευρά. Ήταν το  πιο σημαντικό των Γιαννιτσών με ιδιαίτερη  ατμόσφαιρα, περίτεχνα χαλιά στο αποδυτήριο  και πολλούς υπαλλήλους. Στο βόρειο τμήμα  του κτηρίου βρισκόταν η δεξαμενή με την  εστία, όπου ζεσταινόταν το νερό και μέσω  πηλοσωλήνων έφθανε στις βρύσες του χαμάμ.  Οι υψηλές θερμοκρασίες για το ατμόλουτρο  εξασφαλιζόταν μέσα από ένα άλλο σύστημα  πηλοσωλήνων που διέτρεχε τους τοίχους και  το υπόγειο (υπόκαυστο) μεταφέροντας τον  καπνό της εστίας. Το υπόκαυστο στα Λουτρά  του Γαζή Εβρενός έχει γίνει η αφορμή να  πλασθούν πολλές αφηγήσεις για την ύπαρξη  μιας δαιδαλώδους, μυστικής σήραγγας, η  οποία διατρέχει υπόγεια την οδό Στράντζης.  Τα Λουτρά του Σεΐχη Ιλαχή βρίσκονται στο  ΝΔ τμήμα του τέως στρατοπέδου Καψάλη.  Είναι ένα μικρό, μονό λουτρό, δηλαδή έχει  κοινούς χώρους χρήσης για άνδρες και  γυναίκες, αλλά με διαφορετικό πρόγραμμα. Τα  λουτρά ανεγέρθηκαν από τον Αχμέτ Μπέη, τον  εγγονό του Γαζή Εβρενός στο τέλος του 15ου  αιώνα. Το κτήριο αναπτύσσεται σε τριμερή  γραμμικό άξονα. Στο νότιο τμήμα βρίσκεται το  αποδυτήριο, ένας πλακόστρωτος τετράγωνος  χώρος με χαμηλό αναβαθμό στις τρεις πλευρές,  όπου οι επισκέπτες μπορούσαν να εναποθέτουν  τα προσωπικά τους αντικείμενα, ενώ στο  κέντρο υπήρχε σιντριβάνι. Στη συνέχεια  αναπτυσσόταν προς το βορρά ο χλιαρός και  μετά ο ζεστός χώρος.

Τα λουτρά φέρουν το όνομα του φημισμένου  σεΐχη Ιλαχή, ο οποίος θεωρείται από τους  θεμελιωτές της σούφιΝαξιμπεντί αδελφότητας  στο οθωμανικό κράτος. Μετά από ένα  μεγάλο πνευματικό ταξίδι στην Ασία και  την Κωνσταντινούπολη- ασκήτεψε στη  Σαμαρκάνδη και την Μπουχάρα, έζησε τα  τελευταία χρόνια της ζωής του και μέχρι τον  θάνατό του το 1491 στα Γιαννιτσά και την  περιοχή τους.

 Le bain turc, λεπτομέρεια, 1862, Jean-Auguste-Dominique Ingres, Μουσείο Λούβρου

Σύμφωνα με μία τοπική παράδοση, τα Λουτρά του Σεΐχη Ιλαχή είχαν θεμελιωθεί  πάνω σε 7 ιερές πέτρες από γρανίτη οι οποίες έβγαζαν μεγάλες φλόγες που ζέσταιναν το νερό. Οι πέτρες προέρχονταν από τον τάφο του Μωυσή, κοντά  στην Ιερουσαλήμ και ήταν θαυματουργές. Αν για 40 μέρες έκανες καθημερινά μπάνιο στα Λουτρά του Σεΐχη Ιλαχή, μπορούσες να θεραπευθείς από κάθε ασθένεια. Όταν, όμως, αργότερα, ο μουτεβελλής (διαχειριστής βακουφιού)  έκανε κάποιες επισκευαστικές εργασίες, «οι ματιές των χτιστών και οι στείρες  αναπνοές τους» έπεσαν πάνω στις θαυματουργές πέτρες. Τότε το θαύμα έπαυσε  και τα λουτρά μετατράπηκαν σε «μπουζχανέ» (κρύο χώρο) και έχασαν την  θερμαντική τους ιδιότητα. Η αφήγηση είναι σαφώς μυθοπλαστική. Η αναφορά,  όμως, μιας τοπικής παράδοσης σε ένα ιουδαϊκό σύμβολο που μοιράζονταν  οι θρησκευτικές ομάδες θέτει ένα προβληματισμό γύρω από τις χωρικές και  κοινωνικές οριοθετήσεις στα οθωμανικά Γιαννιτσά. 

 Λουτρά του Γαζή Εβρενός

Το τρίτο κτήριο λουτρών οικοδομήθηκε και αυτό στο β’ μισό του 15ου αιώνα  από τον Αχμέτ Μπέη και βρισκόταν στην περιοχή της Αγοράς. Η ύπαρξη του  συγκεκριμένου χαμάμ αναφέρεται στις γραπτές πηγές, αλλά η ακριβής θέση  μας ήταν άγνωστη. Διαπιστώθηκε μόλις το 2006 κατά τη διάρκεια σωστικής  ανασκαφής στην οδό Βενιζέλου κοντά στην οδό Εγνατίας. Η ανασκαφική  έρευνα έφερε στο φως μόνο τμήμα του αποδυτηρίου. Τα Λουτρά του Αχμέτ  Μπέη καταστράφηκαν από φωτιά μετά τα τέλη του 17ου αιώνα και φαίνεται  ότι είχαν παύσει να λειτουργούν πριν τη λήξη της οθωμανικής περιόδου.

 Λουτρά του Γαζή Εβρενός

Η εντύπωση που έχουμε σήμερα για τα οθωμανικά  χαμάμ στον δημόσιο λόγο είναι αναδρομική.’’

Διυλίζεται στα φίλτρα του οριενταλισμού, ο οποίος μέσα από τις εικόνες  έργων ζωγραφικής και τα λογοτεχνικά κείμενα- για παράδειγμα οι πίνακες  με τις οδαλίσκες του Ingres, διαμόρφωσε μια υποκειμενική ματιά για τη  λειτουργία τους. Αν αποδεσμευθούμε από τις προσλήψεις του ράθυμου  ανατολίτικου εξωτισμού, θα διαπιστώσουμε ότι τα οθωμανικά λουτρά  υπηρετούσαν θρησκευτικές, πρακτικές και κοινωνικές λειτουργίες. Με τα  ιδιαίτερα πολιτισμικά χαρακτηριστικά τους είναι η συνέχεια μιας μακράς  λουτρικής παράδοσης που διαπερνά τους αρχαίους και μεσαιωνικούς χρόνους  και επεκτείνεται μέχρι τις πρώτες μεταπολεμικές δεκαετίες. Γιατί η λειτουργία  δημόσιων λουτρών έπαυσε όχι με την λήξη της οθωμανικής περιόδου, αλλά όταν  με την οργάνωση των υποδομών της νεωτερικής πόλης, υπήρχε η δυνατότητα  ατομικού μπάνιου στις κατοικίες. Στην περίπτωση των Γιαννιτσών, προφορικές  μαρτυρίες αναφέρουν ότι τα Λουτρά του Γαζή Εβρενός (Καϊάφα) συνέχισαν  να χρησιμοποιούνται για ένα διάστημα μετά το 1912, ενώ λειτουργούσε και  ένα σύγχρονο δημόσιο λουτρό στην περιοχή του παζαριού.

 Λουτρά του Σεΐχη Ιλαχή

Σήμερα, η λειτουργία χαμάμ λέγεται ότι επανέρχεται μέσω των κέντρων spa.  Είναι, όμως, μία νέα χρήση, η οποία διαμορφώνεται σε νέο πολιτισμικό πλαίσιο  για να υπηρετήσει διαφορετικές κοινωνικές, οικονομικές και καταναλωτικές  ανάγκες.

Δρ. Μαρία Τριανταφυλλίδου

Αρχαιολόγος
matriada@yahoo.com